Siemens,το μπαλόνι που ξεφούσκωσε
Ρεπορτάζ : Ιωάννα Μάνδρου
(από την Κυριακάτικη Καθημερινή)
Οταν πριν από σχεδόν τρία χρόνια άνοιγε ο φάκελος της Siemens μετά αλλεπάλληλα δημοσιεύματα της «Καθημερινής», ακόμα και οι πλέον απαισιόδοξοι μέσα στη Δικαιοσύνη και στο πολιτικό μας σύστημα δεν μπορούσαν να προβλέψουν την εξέλιξή της. Οι αποκαλύψεις που ήδη είχαν γίνει στη Γερμανία από μεγαλοστελέχη του επιχειρηματικού κολοσσού για πολιτικό χρήμα και μίζες εκατομμυρίων ευρώ, που «έφθασαν» και στη χώρα μας, αποτελούσαν τη μαγιά για τη δικαστική έρευνα και καλλιεργούσαν προσδοκίες πως η άκρη θα βρεθεί και οι... δικαστικές μας αρχές θα φωτίσουν τη σκοτεινή υπόθεση με τα «μαύρα ταμεία». Σήμερα, τρία χρόνια αργότερα, οι εξελίξεις δεν δικαίωσαν εκείνους που πίστευαν πως ό,τι έγινε στη Γερμανία ή σε άλλες χώρες, θα μπορούσε να γίνει και στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα των δικαστικών ερευνών, που με ρυθμούς δυσανάλογα βραδείς σε σχέση με τη σημασία της υπόθεσης προχώρησαν, είναι πενιχρό και συρρικνωμένο. Ανώτατος δικαστικός λειτουργός, που μίλησε στην «Κ» αποτιμώντας τι έμεινε μετά τις έρευνες τριών ετών, δίδει το στίγμα της κατάληξής τους. «Αν σήμερα -δηλώνει- επρόκειτο να γίνει η δίκη για το σκάνδαλο της Siemens, ελάχιστοι από τους πρωταγωνιστές του σκανδάλου θα βρίσκονταν στο εδώλιο…».
Αποκαλύψεις
Και ενώ τα στοιχεία που ήρθαν από τις γερμανικές αρχές ήταν πολλά και τεκμηριωμένα με αποκαλυπτικές καταθέσεις των ίδιων των διαχειριστών των «μαύρων ταμείων», όπως ο Ράινχαρντ Σίκατσεκ, εντούτοις η ελληνική Δικαιοσύνη δεν κατόρθωσε -για πολλούς λόγους- να προχωρήσει την έρευνά της σε βάθος και να φέρει στην επιφάνεια τις διαδρομές και τους πραγματικούς αποδέκτες του πακτωλού από τα «μαύρα ταμεία».
Ξεκίνημα με απαγορεύσεις
Τι συνέβη, όμως, και τα πράγματα πήγαν τόσο «στραβά»; Δεν έκανε η Δικαιοσύνη καλά τη δουλειά της, δεν τη διευκόλυναν στο έργο της, πνίγηκε η έρευνα στις παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος και τις αγκυλώσεις της κρατικής μηχανής;
Με δεδομένο πως η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, οι έρευνες για τα «μαύρα ταμεία» ξεκίνησαν από την πρώτη μέρα με ανυπέρβλητα εμπόδια.
Πρώτα πρώτα σκόνταψαν στο νόμο περί ευθύνης υπουργών, που συνεχίζει να ισχύει -η νέα κυβέρνηση υποσχέθηκε τη ριζική αλλαγή του-, που έθετε εκτός ελέγχου όλα τα πολιτικά πρόσωπα που είχαν χειριστεί τις υποθέσεις έως το 2004, αφού η λήθη της παραγραφής που επιβάλλει ο νόμος για τους υπουργούς δεν άφηνε κανένα περιθώριο για έρευνες των όποιων ευθυνών τους. Αλλά και μετά το 2004, το κλείσιμο της Βουλής, τον περασμένο Μάιο, κάλυψε με την παραγραφή και τις όποιες ευθύνες και για τα πολιτικά πρόσωπα και αυτής της περιόδου.
Με τους πολιτικούς εκτός, η δικαστική έρευνα επικεντρώθηκε αναγκαστικά μόνο στα μη πολιτικά πρόσωπα, μεγαλοστελέχη της Siemens και κρατικούς αξιωματούχους του ΟΤΕ και άλλων εταιρειών που ενεπλάκησαν στο έργο της ασφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων. Τα δύο αυτά «πακέτα», σύμβαση τεχνολογικής αναβάθμισης του ΟΤΕ και το λεγόμενο C-41, ήταν στην αιχμή του δόρατος των ανακρίσεων.
Οι εμπλεκόμενοι
Από το σύνολο των εμπλεκομένων που δεν είχαν πολιτική ιδιότητα, δεκάδες ήταν αυτοί που κλήθηκαν ως ύποπτοι, λίγοι τελικά κατηγορήθηκαν από τον ανακριτή και ελάχιστοι πέρασαν το κατώφλι του Κορυδαλλού.
Δύο από τους πρωταγωνιστές του σκανδάλου, μεγαλοστελέχη της Siemens, διέφυγαν στο εξωτερικό και δεν βρέθηκαν ποτέ ενώπιον του ανακριτή της υπόθεσης, κ. Νικ. Ζαγοριανού, που τώρα ελέγχεται με βαριές κατηγορίες γι' αυτές τις φυγοδικίες.
Ο Μιχ. Χριστοφοράκος, μάλιστα, πρώην πανίσχυρος άνδρας της Siemens, δεν κατόρθωσε μόνο να διαφύγει στο εξωτερικό, αλλά πατώντας στα λάθη και στις παραλείψεις του κ. Ζαγοριανού, πέτυχε τελικά την ατιμωρησία του για το σκάνδαλο στο οποίο είχε διαδραματίσει ρόλο πρωταγωνιστή. Η έκδοσή του στην Ελλάδα, μετά και τη δεύτερη απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Καρλσρούη, μοιάζει πλέον όνειρο θερινής νυκτός.
Και το σημαντικότερο. Οι αποφάσεις της γερμανικής Δικαιοσύνης δεν απάλλαξαν τον κ. Χριστοφοράκο μόνο από τη βάσανο της δικαστικής κρίσης, αλλά έκλεισαν οριστικά την πόρτα της ελληνικής Δικαιοσύνης σε ένα μεγάλο τμήμα του σκανδάλου, μια και κρίθηκαν πως έχουν καλυφθεί από την ταφόπλακα της παραγραφής.
Αλλά και ο δεύτερος φυγόδικος, ο κ. Χρ. Καραβέλας, τα ίχνη του οποίου αγνοούνται, είναι πλέον αμφίβολο αν κάποτε στο ορατό μέλλον θα βρεθεί στην Ελλάδα για να λογοδοτήσει. Πληροφορίες μάλιστα από δικαστικές πηγές αναφέρουν πως σίγουρα δεν βρίσκεται στη Γερμανία και κάποιες έρευνες που έγιναν στο Λιχτενστάιν δεν απέδωσαν τίποτα. Με τόσα φύλλα από το κρεμμύδι της αρχικής δίωξης να έχουν ξεφλουδίσει, οι τρεις που τελικά προφυλακίστηκαν έχουν γίνει ένας.
Και εδώ οι κραυγαλέες πράξεις και παραλείψεις του ανακριτή κ. Ζαγοριανού, για τις οποίες ελέγχεται, οδήγησαν σε απόλυτη ακυρότητα τις προφυλακίσεις του Ηλ. Γεωργίου, μεγαλοστελέχους της Siemens, και του Γ. Σκαρπέλη από τον ΟΤΕ, με αποτέλεσμα ο μόνος που σήμερα είναι «μέσα» να είναι ο κ. Πρόδρομος Μαυρίδης, πρώην στέλεχος της Siemens και αυτός.
Προσδοκίες στην Εξεταστική
Εκτός όμως από τα πρόσωπα που γλίτωσαν τον έλεγχο της Δικαιοσύνης, το σημαντικότερο των εξελίξεων είναι πως και στο μέλλον κρίσιμες πτυχές του σκανδάλου έχουν τεθεί εκτός της δικαστικής διερεύνησης. Και οι όποιες έρευνες που συνεχίζονται από την εφέτη κ. Νικολακέα μοιάζουν να είναι «αφυδατωμένες, σαν μπαλόνι που ξεφούσκωσε», όπως εμφαντικά περιέγραφε την κατάσταση ανώτατος δικαστικός που μίλησε στην «Κ».
Και αυτό για έναν απλό λόγο: Οι αποφάσεις της γερμανικής Δικαιοσύνης, κυρίως εκείνες του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, έδεσαν διά παντός τα χέρια των Ελλήνων δικαστών.
Δημιούργησαν δικαστικά προηγούμενα, που απαγορεύουν ουσιαστικά να ασχοληθεί η ελληνική Δικαιοσύνη στο εξής:
- Με τον ίδιο τον Μιχ. Χριστοφοράκο, για το σύνολο του σκανδάλου και για τον ΟΤΕ και για το C-41, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για τα δύο σκέλη της υπόθεσης. Αλλωστε, ο Μιχ. Χριστοφοράκος ατιμώρητος θα συνεχίσει πια τη ζωή του.
- Με το έργο της Ασφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων και τις ευθύνες των εμπλεκομένων σε αυτό μετά το 2004, καθώς το σκέλος αυτό του σκανδάλου εκδικάστηκε στη Γερμανία και έχει δημιουργηθεί ήδη δεδικασμένο.
- Με την πτυχή του σκανδάλου για τα εξοπλιστικά προγράμματα «Ερμής» και την αγορά των πυραύλων «Πάτριοτ», που επίσης κρίθηκαν από τη γερμανική Δικαιοσύνη.
Ετσι, η συνέχεια είναι εκ των πραγμάτων στην έρευνα οριοθετημένη, και μάλιστα αυστηρά. Εκτός αν κάποιοι, έστω και τώρα μιλήσουν, προσφέρουν νέα στοιχεία και δώσουν άλλη κατεύθυνση στις έρευνες.
Η σύσταση εξεταστικής επιτροπής για το σκάνδαλο με τα «μαύρα ταμεία» με πρωτοβουλία της νέας κυβέρνησης, πέραν της πολιτικής καταδίκης των όποιων εμπλεκομένων, μια και οι ευθύνες των πολιτικών διά παντός έχουν παραγραφεί, στη γενικότερη έρευνα μπορεί να φανεί πολύ χρήσιμη.
Και εκεί επενδύονται ήδη οι όποιες προσδοκίες….
Επιστροφή...
(από την Κυριακάτικη Καθημερινή)
Οταν πριν από σχεδόν τρία χρόνια άνοιγε ο φάκελος της Siemens μετά αλλεπάλληλα δημοσιεύματα της «Καθημερινής», ακόμα και οι πλέον απαισιόδοξοι μέσα στη Δικαιοσύνη και στο πολιτικό μας σύστημα δεν μπορούσαν να προβλέψουν την εξέλιξή της. Οι αποκαλύψεις που ήδη είχαν γίνει στη Γερμανία από μεγαλοστελέχη του επιχειρηματικού κολοσσού για πολιτικό χρήμα και μίζες εκατομμυρίων ευρώ, που «έφθασαν» και στη χώρα μας, αποτελούσαν τη μαγιά για τη δικαστική έρευνα και καλλιεργούσαν προσδοκίες πως η άκρη θα βρεθεί και οι... δικαστικές μας αρχές θα φωτίσουν τη σκοτεινή υπόθεση με τα «μαύρα ταμεία». Σήμερα, τρία χρόνια αργότερα, οι εξελίξεις δεν δικαίωσαν εκείνους που πίστευαν πως ό,τι έγινε στη Γερμανία ή σε άλλες χώρες, θα μπορούσε να γίνει και στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα των δικαστικών ερευνών, που με ρυθμούς δυσανάλογα βραδείς σε σχέση με τη σημασία της υπόθεσης προχώρησαν, είναι πενιχρό και συρρικνωμένο. Ανώτατος δικαστικός λειτουργός, που μίλησε στην «Κ» αποτιμώντας τι έμεινε μετά τις έρευνες τριών ετών, δίδει το στίγμα της κατάληξής τους. «Αν σήμερα -δηλώνει- επρόκειτο να γίνει η δίκη για το σκάνδαλο της Siemens, ελάχιστοι από τους πρωταγωνιστές του σκανδάλου θα βρίσκονταν στο εδώλιο…».
Αποκαλύψεις
Και ενώ τα στοιχεία που ήρθαν από τις γερμανικές αρχές ήταν πολλά και τεκμηριωμένα με αποκαλυπτικές καταθέσεις των ίδιων των διαχειριστών των «μαύρων ταμείων», όπως ο Ράινχαρντ Σίκατσεκ, εντούτοις η ελληνική Δικαιοσύνη δεν κατόρθωσε -για πολλούς λόγους- να προχωρήσει την έρευνά της σε βάθος και να φέρει στην επιφάνεια τις διαδρομές και τους πραγματικούς αποδέκτες του πακτωλού από τα «μαύρα ταμεία».
Ξεκίνημα με απαγορεύσεις
Τι συνέβη, όμως, και τα πράγματα πήγαν τόσο «στραβά»; Δεν έκανε η Δικαιοσύνη καλά τη δουλειά της, δεν τη διευκόλυναν στο έργο της, πνίγηκε η έρευνα στις παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος και τις αγκυλώσεις της κρατικής μηχανής;
Με δεδομένο πως η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, οι έρευνες για τα «μαύρα ταμεία» ξεκίνησαν από την πρώτη μέρα με ανυπέρβλητα εμπόδια.
Πρώτα πρώτα σκόνταψαν στο νόμο περί ευθύνης υπουργών, που συνεχίζει να ισχύει -η νέα κυβέρνηση υποσχέθηκε τη ριζική αλλαγή του-, που έθετε εκτός ελέγχου όλα τα πολιτικά πρόσωπα που είχαν χειριστεί τις υποθέσεις έως το 2004, αφού η λήθη της παραγραφής που επιβάλλει ο νόμος για τους υπουργούς δεν άφηνε κανένα περιθώριο για έρευνες των όποιων ευθυνών τους. Αλλά και μετά το 2004, το κλείσιμο της Βουλής, τον περασμένο Μάιο, κάλυψε με την παραγραφή και τις όποιες ευθύνες και για τα πολιτικά πρόσωπα και αυτής της περιόδου.
Με τους πολιτικούς εκτός, η δικαστική έρευνα επικεντρώθηκε αναγκαστικά μόνο στα μη πολιτικά πρόσωπα, μεγαλοστελέχη της Siemens και κρατικούς αξιωματούχους του ΟΤΕ και άλλων εταιρειών που ενεπλάκησαν στο έργο της ασφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων. Τα δύο αυτά «πακέτα», σύμβαση τεχνολογικής αναβάθμισης του ΟΤΕ και το λεγόμενο C-41, ήταν στην αιχμή του δόρατος των ανακρίσεων.
Οι εμπλεκόμενοι
Από το σύνολο των εμπλεκομένων που δεν είχαν πολιτική ιδιότητα, δεκάδες ήταν αυτοί που κλήθηκαν ως ύποπτοι, λίγοι τελικά κατηγορήθηκαν από τον ανακριτή και ελάχιστοι πέρασαν το κατώφλι του Κορυδαλλού.
Δύο από τους πρωταγωνιστές του σκανδάλου, μεγαλοστελέχη της Siemens, διέφυγαν στο εξωτερικό και δεν βρέθηκαν ποτέ ενώπιον του ανακριτή της υπόθεσης, κ. Νικ. Ζαγοριανού, που τώρα ελέγχεται με βαριές κατηγορίες γι' αυτές τις φυγοδικίες.
Ο Μιχ. Χριστοφοράκος, μάλιστα, πρώην πανίσχυρος άνδρας της Siemens, δεν κατόρθωσε μόνο να διαφύγει στο εξωτερικό, αλλά πατώντας στα λάθη και στις παραλείψεις του κ. Ζαγοριανού, πέτυχε τελικά την ατιμωρησία του για το σκάνδαλο στο οποίο είχε διαδραματίσει ρόλο πρωταγωνιστή. Η έκδοσή του στην Ελλάδα, μετά και τη δεύτερη απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Καρλσρούη, μοιάζει πλέον όνειρο θερινής νυκτός.
Και το σημαντικότερο. Οι αποφάσεις της γερμανικής Δικαιοσύνης δεν απάλλαξαν τον κ. Χριστοφοράκο μόνο από τη βάσανο της δικαστικής κρίσης, αλλά έκλεισαν οριστικά την πόρτα της ελληνικής Δικαιοσύνης σε ένα μεγάλο τμήμα του σκανδάλου, μια και κρίθηκαν πως έχουν καλυφθεί από την ταφόπλακα της παραγραφής.
Αλλά και ο δεύτερος φυγόδικος, ο κ. Χρ. Καραβέλας, τα ίχνη του οποίου αγνοούνται, είναι πλέον αμφίβολο αν κάποτε στο ορατό μέλλον θα βρεθεί στην Ελλάδα για να λογοδοτήσει. Πληροφορίες μάλιστα από δικαστικές πηγές αναφέρουν πως σίγουρα δεν βρίσκεται στη Γερμανία και κάποιες έρευνες που έγιναν στο Λιχτενστάιν δεν απέδωσαν τίποτα. Με τόσα φύλλα από το κρεμμύδι της αρχικής δίωξης να έχουν ξεφλουδίσει, οι τρεις που τελικά προφυλακίστηκαν έχουν γίνει ένας.
Και εδώ οι κραυγαλέες πράξεις και παραλείψεις του ανακριτή κ. Ζαγοριανού, για τις οποίες ελέγχεται, οδήγησαν σε απόλυτη ακυρότητα τις προφυλακίσεις του Ηλ. Γεωργίου, μεγαλοστελέχους της Siemens, και του Γ. Σκαρπέλη από τον ΟΤΕ, με αποτέλεσμα ο μόνος που σήμερα είναι «μέσα» να είναι ο κ. Πρόδρομος Μαυρίδης, πρώην στέλεχος της Siemens και αυτός.
Προσδοκίες στην Εξεταστική
Εκτός όμως από τα πρόσωπα που γλίτωσαν τον έλεγχο της Δικαιοσύνης, το σημαντικότερο των εξελίξεων είναι πως και στο μέλλον κρίσιμες πτυχές του σκανδάλου έχουν τεθεί εκτός της δικαστικής διερεύνησης. Και οι όποιες έρευνες που συνεχίζονται από την εφέτη κ. Νικολακέα μοιάζουν να είναι «αφυδατωμένες, σαν μπαλόνι που ξεφούσκωσε», όπως εμφαντικά περιέγραφε την κατάσταση ανώτατος δικαστικός που μίλησε στην «Κ».
Και αυτό για έναν απλό λόγο: Οι αποφάσεις της γερμανικής Δικαιοσύνης, κυρίως εκείνες του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, έδεσαν διά παντός τα χέρια των Ελλήνων δικαστών.
Δημιούργησαν δικαστικά προηγούμενα, που απαγορεύουν ουσιαστικά να ασχοληθεί η ελληνική Δικαιοσύνη στο εξής:
- Με τον ίδιο τον Μιχ. Χριστοφοράκο, για το σύνολο του σκανδάλου και για τον ΟΤΕ και για το C-41, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για τα δύο σκέλη της υπόθεσης. Αλλωστε, ο Μιχ. Χριστοφοράκος ατιμώρητος θα συνεχίσει πια τη ζωή του.
- Με το έργο της Ασφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων και τις ευθύνες των εμπλεκομένων σε αυτό μετά το 2004, καθώς το σκέλος αυτό του σκανδάλου εκδικάστηκε στη Γερμανία και έχει δημιουργηθεί ήδη δεδικασμένο.
- Με την πτυχή του σκανδάλου για τα εξοπλιστικά προγράμματα «Ερμής» και την αγορά των πυραύλων «Πάτριοτ», που επίσης κρίθηκαν από τη γερμανική Δικαιοσύνη.
Ετσι, η συνέχεια είναι εκ των πραγμάτων στην έρευνα οριοθετημένη, και μάλιστα αυστηρά. Εκτός αν κάποιοι, έστω και τώρα μιλήσουν, προσφέρουν νέα στοιχεία και δώσουν άλλη κατεύθυνση στις έρευνες.
Η σύσταση εξεταστικής επιτροπής για το σκάνδαλο με τα «μαύρα ταμεία» με πρωτοβουλία της νέας κυβέρνησης, πέραν της πολιτικής καταδίκης των όποιων εμπλεκομένων, μια και οι ευθύνες των πολιτικών διά παντός έχουν παραγραφεί, στη γενικότερη έρευνα μπορεί να φανεί πολύ χρήσιμη.
Και εκεί επενδύονται ήδη οι όποιες προσδοκίες….
Επιστροφή...
0 Σχόλια στο "Siemens,το μπαλόνι που ξεφούσκωσε"
Υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται!